Παρασκευή 30 Δεκεμβρίου 2022

                                     Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΝ

Δεν υπάρχει διαθέσιμη περιγραφή για τη φωτογραφία.


Η ΜΕΛΩΔΙΑ ΠΟΥ ΕΚΑΝΕ ΤΑ ΑΣΤΕΡΙΑ ΝΑ ΜΙΛΗΣΟΥΝ
 

ΣΚΗΝΗ ΠΡΩΤΗ   

Στο δωμάτιο είναι η Νεφέλη, όταν ανοίγει ξαφνικά η πόρτα και
μπαίνει η αδελφή της η Αριάδνη που είναι φοβισμένη, σχεδόν σε
πανικό.
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Ευτυχώς σε βρίσκω στο σπίτι αδελφούλα... νάξερες
πόσο ανήσυχη είμαι με όλα αυτά που συμβαίνουν....>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Και γω τόσο ευτυχισμένη με την φραουλόπιτα μου και
την ολοκαίνουργια μελωδία!! Φρέσκα και τα δύο.. τώρα μόλις τα
έφτιαξα..>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Καλά εδώ ο κόσμος καίγεται και εσύ....τα γλυκά και τις
μουσικές σου! Το ξέρεις πως τα ξωτικά του δάσους στέλνουν τον
Μπίξεν το πιο άσχημο και κακό ξωτικό, για να μας ανακοινώσουν την
μεγάλη κατάρα; >>
ΜΕΦΕΛΗ: << Κάτσε να σου βάλω να φάς λίγο φραουλόπιτα, να
ακούσεις την νέα μου μελωδία και μετά μου λές και συ τα νέα των
ξωτικών. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Ή κουφή είσαι ή αναίσθητη, δεν εξηγείται αλλιώς.
Έρχεται ο Μπίξεν και φέρνει το κακό και την δυστυχία στην
πολιτεία μας, ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΚΑΤΑΡΑ!! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Και τι είναι πια αυτή η μεγάλη κατάρα που τόσο σε έχει
αναστατώσει; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Όλος ο κόσμος αυτό συζητάει από την ώρα που
μαθεύτηκε! Χθές συνεδρίασαν τα ξωτικά του δάσους και επειδή λένε
πως έχουμε κάνει μεγάλες καταστροφές στο δάσος από τα ξύλα που
κόψαμε αποφάσισαν να μας τιμωρήσουν. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Σε αυτό δεν έχουν και άδικο. Το ρημάξαμε το καυμένο
το δάσος. Από την μεγάλη μας απληστεία δεν αφήσαμε δένδρο για
δένδρο. Αλλ'α δεν είναι δίκαιο να τιμωρηθούμε όλοι. Να τιμωρηθούν
αυτοί που έφταιξαν. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Τα ξωτικά αποφάσισαν να μας τιμωρήσουν όλους, και
αν είναι αληθινές οι φήμες που κυκλοφορουν....αλοίμονο μας!>>

ΝΕΦΕΛΗ: << Έλα δοκίμασε την φραουλόπιτα να μου πείς αν σου
αρέσει! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Τον χαβά σου εσύ! >>
Στο δωμάτιο μπαίνει ο παππούς των κοριτσιών.
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Χαλβάς;; Που είναι να δοκιμάσω και
μου τρέχουν τα σάλια; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν έχω χαλβά παππού, έχω φτιάξει όμως
φραουλόπιτα>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ας είναι κορίτσι μου δεν
πειράζει..σπανακόπιτα...ΣΠΑΝΑΚΟΠΙΤΑ>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Αααα τα νεύρα μου! Παππού κάτσε και φάε την
σπανακόπιττα έεεεε την φραουλόπιτα θέλω να πώ, και εσύ Νεφέλη
άκουσε με επιτέλους!>>
ΝΕΦΕΛΗ ( ενώ βάζει στον παππού να φάει): << Περίμενε να πάρω
και το φλάουτο και όσο εσύ θα μιλάς θα σου παίζω την νέα μου
μελωδία>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Αχ μην παίζεις με τα νεύρα και την αγωνία μου...>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Αριάδνη μου μου φαίνεσαι λίγο
νευριασμένη ή είναι η ιδέα μου; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Παππού φάε και μη μιλάς και σύ μην αγγίξεις το
φλάουτο όσο θα μιλάω! Λοιπόν έλεγα πως έρχεται ο Μπίξεν και όλοι
ΜΑ ΟΛΟΙ ανησυχούμε πάρα πολύ! Τι θα κάνουμε; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Τι αποφάσισαν τα ξωτικά; Τι λέει αυτή η κατάρα; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Επιτέλους! Δόξα σοι ο Θεός!
Ο Παππούς σηκώνεται και αρχίζει να κάνει την προσευχή του. Η
Αριάδνη τον αγριοκοιτάζει.
ΝΕΦΕΛΗ : << Έλα άσε τον παππού και πές μου >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Για να μας τιμωρήσουν μας καταράστηκαν να βασιλεύει
στην πολιτεία μας η φτώχεια και η δυστυχία.>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Και από πότε τα ξωτικά του δάσους ενδιαφέρονται για
τα δένδρα; Τώρα τα έπιασε ο πόνος; Εκείνα δεν μας είχαν δώσει την
άδεια; >>

 ΑΡΙΑΔΝΗ: << Λένε πως οι άνθρωποι το παράκαναν>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Και επαναλαμβάνω: γιατί δεν τιμωρούν αυτούς που το
παράκαναν; μήπως βρήκαν μια καλή δικαιολογία για να μας κάνουν
αυτό που επιθυμούσαν χρόνια τώρα; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Τι εννοείς; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Να μας αναγκάσουν να φύγουμε από την πολιτεία μας
και να έρθει να μείνει εδώ ο Μπίξεν και η παρέα του! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Και συ πως το ξέρεις πως αυτό είναι το σχέδιο τους;
>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Μου το έχει πεί ο παππούς >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Και ο παππούς πως το ξέρει; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ααααχ έσκασα! Ωραία η σπανακόπιτα!
Νεφέλη μου παίξε μου αυτή την ωραία μελωδία που είναι για την
χώνεψη!>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αμέσως παππού!>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Είστε και οι δύο τρελοί! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ναί ναί πολύ καλή! >>
Η Νεφέλη αρχίζει να παίζει μια μελωδία με το φλάουτο, τον παππού
τον παίρνει ο ύπνος και η Αριάδνη βγαίνει από το δωμάτιο σε
απόγνωση.
ΣΚΗΝΗ ΔΕΥΤΕΡΗ
Ο Μπίξεν μόλις έχει επιστρέψει από την πολιτεία και ενημερώνει τα
υπόλοιπα ξωτικά.

<<Εμείς ο Μπίξεν, η σφίξεν, ο Φρίξεν και τα άλλα ξωτικά
τη πολιτεία σας θα πάρουμε ετούτη τη
φορά
το σχέδιο μας τέλειο, ύπουλο, πονηρό
κανέναν δεν φοβόμαστε εκτός τον αρχηγό

 

Τα σπίτια σας θα χάσετε τις δουλειές σας
τα λεφτά

όλα θα σας τα πάρουμε εμείς τα ξωτικά
Ελπίδα αξιοπράπεια κάνανε φτερά
ο φόβος που σκορπίσαμε αυτός σας
κυβερνά
Τρέμετε άνθρωποι τρέμετε κανείς δεν μας
νικά
πονάτε και υποφέρετε μα αντίσταση καμιά!>>


ΜΠΙΞΕΝ: << Έπρεπε να βλέπατε χαχαχαχαχα τις φάτσες τους όταν
τους ανακοίνωσα την απόφαση μας. ΤΗΝ ΚΑΤΑΡΑ! Χαχαχαχαχα με
το ζόρι συγκρατούσα τα γέλια!>>
ΣΦΙΞΕΝ: << Πές τα μας όλα Μπίξεν με κάθε λεπτομέρεια>>
ΜΠΙΞΕΝ: << Αγαπημένε μου Σφίξεν η ώρα που χρόνια τώρα
περιμέναμε πλησιάζει. Η ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΘΑ ΓΙΝΕΙ ΔΙΚΗ ΜΑΣ! >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Καλά ήταν τόσο εύκολο; Κανείς δεν αντέδρασε; Ούτε καν
οι άρχοντες της πολιτείας; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Οι άρχοντες; ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ ας γελάσω! Ανόητε
Φρίξεν ξεχνάς πως αυτοί έχουν πλουτίσει από εμάς; Αυτοί θα
αντιδράσουν; Το λίπος από το πολύ φαί έχει πνίξει την ψυχή και την
καρδιά τους! Μας έχουν ξεπεράσει σε κακία και απληστία! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Και οι κάτοικοι; Δεν είπαν τίποτα; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Οι άρχοντες της πολιτείας είχαν κάνει πολύ καλή
δουλειά! Οι περισσότεροι κάτοικοι έχουν πιστέψει πως φταίνε εκείνοι
και πως δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. ΧΑΧΑΧΑΧΑ σας είπα οι
άρχοντες έκαναν καλή δουλειά! Υπάρχουν βέβαια και κάποιοι,
ευτυχώς λίγοι που αντιδρούν. Είναι θέμα λίγου χρόνου να τους
εξοντώσουμε! >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Και πότε θα μετακομίσουμε; έχω ήδη σταμπάρει το σπίτι
που θα μείνω. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Εμείς οι τρείς μετακομίζουμε αύριο κιόλας! Και καλά..
πάμε να τους βοηθήσουμε να λύσουν την κατάρα γρήγορα.
Καταλαβαίνεις... την κατάρα που εμείς τους βάλαμε για να τους
πετάξουμε από την πολιτεία τους, θα πάμε να τους την λύσουμε!
ΧΑΧΑΧΑΧΑΧ Μιλάμε για ΤΟ δούλεμα!

Ακούγονται δυνατά τα γέλια από όλα τα ξωτικά του δάσους
ΣΚΗΝΗ ΤΡΙΤΗ
Η Νεφέλη παίζει μια όμορφη μελωδία με το φλάουτο και τραγουδάει,
ενω ο παππούς της δίπλα της κοιμάται.

<< όμορφες μέρες καρτερώ
να έρθουνε και πάλι
όλοι μαζί με έναν χορό
σε μια γιορτή μεγάλη
χωρίς κατάρες, ξωτικά
χωρίς την απληστία
χωρίς τα ξέν' αφεντικά
τον πόνο, την δουλεία
όμορφες μέρες για ναρθούν
πρέπει κανείς να μάθει
όλα τους να ξεριζωθούν
τα της ψυχής τα πάθη! >>

ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Τι ωραίο όνειρο παιδί μου που είδα! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Τι είδες παππού; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Μου είχες φτιάξει μια ωραία
κερασόπιτα και έτρωγα...έτρωγα...και δεν χόρταινα! Όλη η πολιτεία
μας ήταν μια μεγάλη κερασόπιτα! Και ξαφνικά ήρθε αυτός ο
ακατανόμαστος... Ο ΜΠΙΞΕΝ! Και άρχισε να μου τρώει την
κερασόπιτα μου! Ο τραγομπίξεν! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αυτό παππού μου ήταν εφιάλτης! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Αχ δεν ακούς κόρη μου! Δεν ήταν ο
ψάλτης! Ο Μπίξεν ήτανε! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Τέλος πάντων! Για πές μου παππού αυτός ο Μπίξεν

ήταν πάντα τόσο κακός; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ας τα αφήσουμε τώρα αυτά. Εγώ
θέλω να σου μιλήσω για τον Μπίξεν. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Γι' αυτόν σε ρώτησα και γώ. Ήταν πάντα κακός; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Καλός;; Αυτός καλός; Ας γελάσω!
Πάντα κακός ήταν. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Πως ξέρεις παππού πως θέλουν να μας διώξουν από
την πολιτεία μας; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Οπωσδήποτε η απληστεία μας! Είναι
ολοφάνερο μας λένε άπληστους και άχρηστους για να μας επιβάλλουν
τις κατάρες τους! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Και συ πως τα γνωρίζεις όλα αυτά: >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Και συ αντί να με ρωτήσεις να σου πώ
αυτά που γνωρίζω, με ρωτάς για το αν είναι καλός ο Μπίξεν και για
την απληστεία μας! Αχ με τέτοια νεολαία δεν έχουμε καμία τύχη! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αχ βρέ παππού, γιατί να μην είσαι νεότερος... τώρα που
σε χρειάζομαι...>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Εμ τι νομίζεις εγώ δεν νοιάζομαι; Αχ
και νάμουνα νεότερος να δείς τι θα πάθαινε ο Μπίξεν και η παρέα
του! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Εσύ τους γνωρίζεις καλύτερα από όλους μας, τους έχεις
νικήσει παλιά... >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Θα πάθαινε τα ίδια που πάθανε και
πρίν πολλά χρόνια όταν είχαν προσπαθήσει και πάλι να εισβάλλουν
στην πολιτεία μας. Τα παλιοξωτικά δεν ξέραν από που να
φύγουν...όταν ανακάλυψα τυχαία πως τα τρομάζει η μουσική...
ΝΕΦΕΛΗ: << Τα τρομάζει η μουσική;;; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ξωτικά και μουσική είναι σαν τον
διάολο με το λιβάνι....>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Γι' αυτό επέμενες να μάθω μουσική...αχ καλέ μου
αγαπημένε μου παππού! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Γι' αυτό επέμενα να μάθετε και οι
δυό σας μουσική, αλλά μόνο η Αριάδνη με άκουσε..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Η Νεφέλη θέλεις να πείς..>>

ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ναι κόρη μου να πιώ κάτι γιατί
στέγνωσε το στόμα μου..>>
Η Νεφέλη βάζει στον παππού νερό να πιεί, ενώ απ' έξω ακούγεται
μεγάλη φασαρία.
Μπαίνει στην σκηνή η Αριάδνη πολύ αναστατωμένη.
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Κλείστε πόρτες και παράθυρα... είναι απ' έξω...και
κοιτάνε πρός τα μέσα...>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ηρέμησε και πές μας τι συμβαίνει. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Ο Μπίξεν με άλλα δύο ξωτικά. Ήρθαν....είναι εδώ....
απορώ με την ψυχραιμία σου Νεφέλη, ο κόσμος καίγεται και εσύ με
το φλάουτο. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Και τι κάνουν...πού είναι τώρα...>>
Η Νεφέλη σφίγγει το φλάουτο στα χέρια της σαν να κρατάει όπλο.
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μα τι σας λέω τόση ώρα.. είναι έξω από το
σπίτι...ήρθαν λένε με καλό σκοπό αλλά εγώ δεν τους πιστεύω..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ο κόσμος τι λέει, πως τους έχει υποδεχτεί; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Οι περισσότεροι είναι φοβισμένοι, υπάρχουν όμως και
κάποιοι που τους χειροκροτούν. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Τι ανόητοι Θεέ μου! Πώς είναι δυνατόν να χειροκροτάς
τα ξωτικά! Πώς είναι δυνατόν να χειροκροτάς αυτούς που θέλουν το
κακό σου! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Να μου το θυμηθείτε! Όταν θα έρθει
στην πολιτεία μας ο Μπίξεν με την παρέα του θα βρεθούν κάποιοι
που θα τους χειροκροτήσουν! Τι να πείς...δύσκολα αλλάζουν οι
άνθρωποι...Βρέ τι μου θύμησε το όνειρο με τον Μπίξεν! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Νεφέλη τι λέει ο παππούς, για ποιό όνειρο μιλάει; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Πρίν από λίγο είδε στον ύπνο του τον Μπίξεν και
θυμήθηκε τα παλιά...Θυμάται χρήσιμα πράγματα, ας τον αφήσουμε να
μιλήσει..>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Τώρα τι κάνουμε... φοβάμαι... φοβάμαι πολύ! >>

ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ναι Νεφέλη
μου...ΠΕΙΝΑΜΕ...ΠΕΙΝΑΜΕ ΠΟΛΥ...>>
Η Νεφέλη σηκώνεται για να στρώσει το τραπέζι, ενώ η Αριάδνη
συνεχίζει να γκρινιάζει.
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μπουκιά δεν μου κατεβαίνει με τα ξωτικά έξω από το
σπίτι μας..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Για να πώ την αλήθεια ούτε και γώ έχω όρεξη..Πρέπει
να κάνουμε κάτι...κάποιος θα υπάρχει για να μας βοηθήσει...>>
Ξαφνικά ακούγονται δυνατά χτυπήματα στην πόρτα. Ο παππούς
συνεχίζει να τρώει ατάραχος, η Αριάδνη προσπαθεί να κρυφτεί
κάπου από τον φόβο της ενώ η Νεφέλη ψύχραιμη πηγαίνει πρός την
πόρτα. Την ανοίγει και μπαίνει ο Μπίξεν.
ΜΠΙΞΕΝ: << Αχ λυπάμαι, σας διέκοψα στο φαγητό. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Άσε τις ψεύτικες ευγένειες και λέγε τι θέλεις. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ (χαμηλόφωνα): << Μην τον εκνευρίζεις! Μήν τον
εκνευρίζεις!!! >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Ήρθα να σας πώ.....πώς ήρθαμε σαν φίλοι...ήρθαμε να
σας βοηθήσουμε...>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ( δείχνοντας τον Μπίξεν): << Εσύ κάποιον
μου θυμίζεις....ποιόν μου θυμίζεις...ποιόν μου θυμίζεις...>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Έχει γούστο να θυμηθεί ΤΩΡΑ ο παππούς! Την πιό
άκυρη ώρα! >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Είμαι ο Μπίξεν αγαπητέ μου κύριε, ο αρχηγός των
ξωτικών. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Έλα παππού ήρθε η ώρα να ξαπλώσεις λίγο >>
Η Νεφέλη οδηγεί τον παππού έξω από το δωμάτιο ενώ εκείνος
συνεχίζει να μονολογεί: << τι μου θυμίζει; τι μου θυμίζει; >>

ΑΡΙΑΔΝΗ: << Να σσσσααςς κεράσουμε κάτι; >>
ΝΕΦΕΛΗ (μόλις έχει ξαναμπεί στο δωμάτιο): << Δεν μας είπατε
τελικά τον λόγο της επίσκεψης σας στο σπίτι μας >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Έχουμε πληροφορίες πως κάποιος από εσάς παίζει
φλάουτο. >>
Η Νεφέλη που όλη αυτή την ώρα κρατούσε το φλάουτο στα χέρια της
προσπαθεί να το κρύψει αλλά είναι αργά, ο Μπίξεν το έχει ήδη δεί.
ΝΕΦΕΛΗ: << Έχετε πολύ σωστές πληροφορίες! Ο παππούς μας
έπαιζε φλάουτο, τώρα όμως ο κακομοίρης δεν μπορεί, το κοιτάζει
σαν να μην το έχει δεί ποτέ στην ζωή του. Ο καυμένος, έπαιζε τόσο
ωραίο φλάουτο! Εσείς όμως γιατί ενδιαφέρεστε; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Θέλουμε όσο καιρό κρατήσει αυτή η κατάρα, όσοι
γνωρίζουν από μουσική να διασκεδάζουν τον κόσμο. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Η υποκρισία σας δεν έχει όρια! Ευτυχώς ο παππούς μας
έχει αλσχάιμερ και δεν καταλαβαίνει την δυστυχία που μας έχετε
προκαλέσει! >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Εμείς δεν προκαλέσαμε τίποτα. Η απληστία σας τα
προκάλεσε όλα. Εμείς για το καλό σας κάνουμε ότι κάνουμε. >>
Μπαίνει στο δωμάτιο η Αριάδνη με έναν δίσκο πάνω στον οποίο έχει
νερό και γλυκό για να κεράσει τον Μπίξεν. Από πίσω ακολουθεί ο
παππούς.
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Σε θυμήθηκα παλιοκάθαρμα! >>
Η Αριάδνη για να προλάβει το κακό λέει στον Μπίξεν.
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Λίγο γλυκάκι; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Εσύ μου έφαγες την κερασόπιτα
παλιοκλέφτη! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Με τα χεράκια μου το έφτιαξα. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ναί δώστου και το γλυκό μου τώρα! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μήν δίνεται σημασία σε όλους τα ίδια λέει. >>

ΝΕΦΕΛΗ: << Έλα παππού πάμε να φτιάξουμε μια άλλη κερασόπιτα. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Φεύγω! Ελπίζω να συνεργαστείτε....για το καλό σας...>>
ΣΚΗΝΗ ΤΕΤΑΡΤΗ
Η Νεφέλη είναι μόνη στο δωμάτιο, παίζει μια όμορφη μελωδία με το
φλάουτο και μπαίνει η Αριάδνη.
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Καλά τον εαυτό σου δεν τον σκέφτεσαι. Εγώ και ο
παππούς τι σου φταίμε; Θα μας πάρεις στο λαιμό σου με αυτό το
φλάουτο, μέχρι έξω ακούγεται η μουσική! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αντί να μου λές ευχαριστώ με κατηγορείς κι από πάνω!
Το μόνο σπίτι που δεν μπορεί να αγγίξει η κατάρα των ξωτικών είναι
το δικό μας. Και αυτό χάριν της μουσικής! Είμαστε οι μοναδικοί
κάτοικοι της πολιτείας που δεν έχουμε γίνει δυστυχισμένοι. Τέσσερις
μήνες τώρα, από την μέρα που έφεραν την κατάρα τα ξωτικά στην
πολιτεία μας, βασιλεύει η δυστυχία και ο πόνος. Δεν βλέπεις τι
γίνεται γύρω σου; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Αυτό που βλέπω γύρω μου με κάνει και ανησυχώ.
Έχει γεμίσει ο τόπος ξωτικά! Όπου πάς βλέπεις ξωτικά! Αν
ακούσουν την μουσική καταλαβαίνεις τι θα μας κάνουν; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Λές και δεν το γνωρίζουν! Πόσο αφελής είσαι Αριάδνη!
>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Το γνωρίζουν; Ξέρεις πως το γνωρίζουν και
συνεχίζεις να παίζεις; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Φυσικά και το γνωρίζουν! Από την πρώτη μέρα το
γνωρίζουν, απλά δεν τους πειράζει. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Το έχεις χάσει τελείως; Τους πειράζει και τους
παραπειράζει! Αν δεν τους πείραζε δεν θα είχαν απαγορεύσει την
μουσική. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Θα τους πείραζε αν έπαιζαν πολλοί κάτοικοι μουσική,
τότε θα ένιωθαν πώς κινδυνεύουν. Ενώ τώρα....σιγά τον κίνδυνο γι'

αυτούς..Το μόνο που κάνω είναι να κάθομαι στο σπίτι κλεισμένη, και
εκείνοι ανενόχλητοι μας επιβάλλουν τα καταστροφικά σχέδια τους! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Και τι άλλο θα μπορούσαμε να κάνουμε; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν ξέρω. Δεν έχω ιδέα. Κάθε μέρα σπάω το κεφάλι
μου να βρώ μια λύση....αλλά τίποτα....>>
Μπαίνει ο παππούς στο δωμάτιο.
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Γιατί σταμάτησε η μουσική; Κοιμόμουν
τόσο ωραία! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Έπρεπε να σηκωθείς...γι' αυτό σταμάτησα να παίζω. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Μη σταματάς την μουσική κόρη μου,
να παίζεις συνέχεια....βρίσκονται παντού...είναι επικίνδυνοι...>>
ΑΡΙΑΔΝΗ ( πρός την Νεφέλη ): << Μερικές φορές μου δίνει την
εντύπωση πως τα έχει τετρακόσια! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Θα μας φάνε την κερασόπιτα! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Η οποία εντύπωσις απέχει έτη φωτός από την
πραγματικότητα. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Μακάρι να μπορούσε να μας βοηθήσει...>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ναί,πάντα η Σοφία έδινε την λύση! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Ποιά Σοφία; ( πρός την Νεφέλη ) : << ξέρεις καμιά
Σοφία; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Την ξέρω από μικρό παιδί......ποτέ
της δεν με πρόδωσε! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Οπα!! Αποκαλύψεις ο παππούς!! Η γιαγιά παππού το
ήξερε; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Την επισκεπτόμουν κάθε φορά που
υπήρχε κίνδυνος....και κάθε φορά έδινε την λύση...>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Που μπορεί κανείς να βρεί την Σοφία παππού; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Πάς καλά; Πιστεύεις στ' αλήθεια πως υπάρχει αυτή η
Σοφία; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ναί τον πιστεύω! Σταμάτα και άστον να μιλήσει. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Εγώ, αν ήμουν στην θέση σας θα
πήγαινα να την βρώ! >>

ΝΕΦΕΛΗ: << Και που θα πήγαινες να την βρείς παππού; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Αλλού; Μετακόμισε αλλού; Τι κρίμα!
>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν είπα αλλού, είπα παππού! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Με ποιόν παππού μετακόμισε αλλού;
>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μέχρι να βγάλετε άκρη...τα ξωτικά θα
κάνουν ....πάρτυ..>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Κρίμα και έμενε σε τόσο ωραίο σπίτι!
Λίγο απομονωμένα βέβαια, αλλά.....είχε την ησυχία της. Θυμάμαι
πόσο δυσκολευόμουν κάθε φορά να την βρώ..ευτυχώς είχα βάλει
σημάδι εκείνον τον βράχο που έμοιαζε με πρόσωπο ανθρώπου που
ήταν αμέσως μετά το δάσος, δίπλα σε κείνη την πανέμορφη λιμνούλα..
Για να αποφύγω το δάσος και τα ξωτικά πήγαινα από ένα μυστικό
μονοπάτι, κανείς άλλος δεν το ξέρει, περπατούσα βέβαια όλη μέρα
αλλά είχα το κεφάλι μου ήσυχο.>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Που είναι αυτό το μυστικό μονοπάτι; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Χα χαχαχα τα κορόιδα τα ξωτικά!
Πάντα τα ξεγελούσα! Χαχαχαχα ......>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Πρέπει να θυμηθείς παππού που είναι το μονοπάτι. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Χαχαχαχαχαχα ποτέ τους δεν
κατάλαβαν πως με έχαναν. Με το που έφτανα στην αρχή του δάσους
ένιωθα στην πλάτη μου τα βλέμματα τους, με παρακολουθούσαν για
να δούν που θα πάω, ποτέ τους δεν είδαν όμως το μυστικό πέρασμα
πίσω από τον μεγάλο πλάτανο δίπλα στο ποτάμι. Αν δεν μου το έλεγε
η Σοφία δεν θα το έβρισκα ποτέ. Μου το είπε την μία και μοναδική
φορά που είχε επισκεφτεί την πολιτεία μας. Κανείς δεν της έδωσε
όμως σημασία, κανείς εκτός από εμένα δεν πίστεψε τα λόγια της και
εκείνη έφυγε και δεν ξαναγύρισε ποτέ!. Και μας το είχε πεί τόσο
ξεκάθαρα! Μουσική, μάθετε μουσική! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Λές να ξέρει τι λέει; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Μήν τον διακόπτεις! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Πίσω ακριβώς από τον πλάτανο ήταν
η είσοδος μιας μεγάλης και πολύ βαθειάς υπόγειας στοάς που

σκεπαζόταν από μια πολύ πυκνή βλάστηση. Έπρεπε να το γνωρίζει
κανείς για να παραμερίσει λίγο την βλάστηση και να μπεί. Μετά από
λίγο περπάτημα μέσα στην στοά βγαίνεις από την άλλη πλευρά του
ποταμού και αφού περπατήσεις γύρω, γύρω από το δάσος φτάνεις
στο σπίτι της Σοφίας. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Άρα αρχή του δάσους, πλάτανος δίπλα στο ποτάμι,
μυστικό πέρασμα, στοά, στην άλλη πλευρά του ποταμού, γύρω-γύρω
το δάσος, βράχος με πρόσωπο ανθρώπου δίπλα στην λίμνη, και να το
σπίτι της Σοφίας. Τέλεια! Πιό τέλεια περιγραφή παππού δεν θα
μπορούσες να κάνεις! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Δεν μιλάς σοβαρά! Θα ψάξεις να βρείς
την....ανύπαρκτη Σοφία; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν θα ψάξω...>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Ουφ ευτυχώς! Είπα και γώ..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Θα ψάξουμε! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Τρελάθηκες τελείως; Βασίζεσαι στα λόγια του
παππού; Μαζί του δεν μπορούμε να συνεννοηθούμε για απλά
πράγματα, πόσο μάλλον για τόσο σοβαρά....και επικίνδυνα..>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Δεν ξέρω αν πεινάω ή αν νυστάζω..>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Τα βλέπεις που στα λέω! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Θα έρθεις μαζί μου ναί ή όχι; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μα είναι επικίνδυνο...τουλάχιστον να το σκεφτούμε
μερικές μέρες..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν έχουμε χρόνο για χάσιμο. Ξεκινάμε αύριο πρωί-
πρωί! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Και ο παππούς; Μην μου πείς πως θα τον πάρουμε
μαζί μας. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αυτό δεν το σκέφτηκα. Τον παππού τον ξέχασα! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Και γω κάτι έχασα, αλλά δεν θυμάμαι
τι ήταν..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << θα πάω μόνη μου τελικά. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Φοβάμαι αδελφούλα, να προσέχεις! >>

ΣΚΗΝΗ ΠΕΜΠΤΗ
Στο δάσος έχουν συμβούλιο τα τρία ξωτικά. Ο Μπίξεν, ο Σφίξεν και
ο Φρίξεν.
ΜΠΙΞΕΝ: << Φρίξεν μόλις μάθαμε πως η Νεφέλη βγήκε από το σπίτι
της. Πάρε και άλλους δύο και παρακολουθείστε κάθε κίνηση της.
Μήν την χάσετε από τα μάτια σας! Είναι η μόνη που μπορεί να γίνει
επικίνδυνη για μας. >>
Ο Φρίξεν αμέσως μετά την εντολή που πήρε φεύγει να την εκτελέσει.
ΣΦΙΞΕΝ: << Έλα Μπίξεν, υπερβολές! Σιγά μην φοβηθούμε ένα
κοριτσάκι! >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Μην την υποτιμάτε! Ο παππούς της στο παρελθόν μας
είχε κάνει μεγάλη ζημιά. >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Και τι σχέση έχει με τον παππού της; Και εκείνος είναι
μεγάλος πιά. Τι ζημιά μπορεί να μας κάνει; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Ξεχνάς Σφίξεν πως κατέχει το μεγάλο μυστικό! Μία
γνώση που μπορεί να μας κάνει ....σκόνη...για άλλη μια φορά. >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Εννοείς την μουσική; >>
ΜΠΙΞΕΝ: ( πετάγεται ανήσυχος) : << Σσσσσςς τρελάθηκες! Θέλεις
να μας ακούσουν; >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Ποιός να μας ακούσει Μπίξεν; Τα δένδρα; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Ξέρω γώ! Και οι τοίχοι έχουν αυτιά! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Βλέπεις πουθενά τοίχους; Θα με τρελάνεις; >>
ΜΠΙΞΕΝ: <<Όποιος φυλάει τα ρούχα του ...έχει τα μισά. Και μείς δεν
θέλουμε μόνο τα μισά. Τα θέλουμε όλα! Βλέπω να πλησιάζει η ώρα
που η πολιτεία θα γίνει δική μας... επιτέλους! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Ναί! Το σχέδιο μας προχωράει πολύ καλά! >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Καλύτερα και από τις αρχικές μου προβλέψεις! Έχουν
αρχίσει να φεύγουν οι κάτοικοι, να μετακομίζουν σε άλλες πολιτείες
για να ξεφύγουν από την κατάρα. Σε λίγο θα έχουν φύγει ΟΛΟΙ! Καί

όσο σκέφτομαι και εκεί που πηγαίνουν χαχαχαχαχαχαχαχα! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Τί εννοείς; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Χαχαχαχα....τους περιμένει...χαχαχαχα......η ίδια
κατάρα....χαχαχααχα! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Πως τους περιμένει η ίδια κατάρα; Αφού μόνο στην
πολιτεία τους ισχύει. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Ακόμη..σε λίγο όμως θα ισχύει και σε άλλες
πολιτείες....σε όλες τις πολιτείες...ΟΛΕΣ οι πολιτείες θα γίνουν
δικές μας! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Δηλαδή θέλεις να πείς πως θα είμαστε τα αφεντικά σε
όλες τις πολιτείες και οι άνθρωποι θα είναι δούλοι μας; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Ακριβώς αγαπητέ μου Σφίξεν! Τίποτα δεν μπορεί να
μας σταθεί εμπόδιο. Εκτός.....από τον παππού Αγησίλαο...πανάθεμα
τον! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Μα και που ξέρει το μυστικό, αυτός τα έχει
χαμένα....σιγά να μην το θυμάται. Εδώ δεν θυμάται τις εγγόνες του. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Τώρα δεν θυμάται. Αυτό που φοβάμαι είναι σε ποιόν
μίλησε ΟΤΑΝ θυμόταν. Ή καλύτερα σε ΠΟΙΑΝ! >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Τί εννοείς, ποιά έχεις στο μυαλό σου; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Την Νεφέλη! Δεν μου το βγάζεις από το μυαλό, αυτή
κάτι ξέρει. >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Γι ' αυτό είπες να την παρακολουθήσουν! >>
Μπαίνει στην σκηνή ο Φρίξεν λαχανιασμένος.
ΦΡΙΞΕΝ: << Αρχ...αρχη....αρχηγέ, μαςςς ξέεεφυ....μας ξέφυγε! >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Τι εννοείς σας ξέφυγε; Σας είπα να μην την χάσετε
από τα μάτια σας! >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Να πά...να πάρω μια ανά..ανάσα! Όπως μας είπες την
παρακολουθούσαμε για να δούμε που θα πάει. Όλα πήγαιναν μιά χαρά
μέχρι που έφτασε στο δάσος. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Μη μου πείτε πως την χάσατε μέσα στο σπίτι μας....στο
δάσος! >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Όχι δεν την χάσαμε όταν μπήκε στο δάσος .....>>

ΜΠΙΞΕΝ! << Είπα και γώ! >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Τήν χάσαμε ΜΕΤΑ που μπήκε στο δάσος. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Είστε τελείως ανίκανοι! Πώς είναι δυνατόν να την
χάσετε ΜΕΣΑ στο δάσος; Πού είχατε τον νού σας; >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Αρχηγέ εκεί τον είχαμε τον νού μας....στο κορίτσι...αλλά
μόλις έφτασε στο ποτάμι την χάσαμε για λίγο από τα ματια μας όταν
πήγε πίσω από έναν πλάτανο....τρέξαμε γρήγορα....αλλά ....είχε
εξαφανιστεί...>>
ΜΠΙΞΕΝ: << Τι εννοείς είχε εξαφανιστεί; Άνοιξε η γή και την
κατάπιε; >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Από το στόμα μου το πήρες αρχηγέ. Αυτό θα σου έλεγα
και γώ. Άνοιξε η γή και την κατάπιε! >>
ΜΠΙΞΕΝ ( πρός τον Σφίξεν ): << Σφίξεν εσύ είσαι η μόνη μου
ελπίδα. Πήγαινε γρήγορα και βρές το κορίτσι πάση θυσία! Κάτι
μαγειρεύει....κάτι δεν μου αρέσει ...έχω ένα άσχημο προαίσθημα...>>
ΣΚΗΝΗ ΕΚΤΗ
Η Νεφέλη έχει φτάσει στο σπίτι της Σοφίας. Στέκεται στην ανοικτή
πόρτα, την κτυπάει, αλλά απάντηση καμία. Αποφασίζει διστακτικά και
μπαίνει στο σπίτι.
Μπαίνει σε ένα δωμάτιο γεμάτο βιβλία. Στην μέση του δωματίου
καθισμένη σε μια καρέκλα μια ηλικιωμένη κυρία. Η Σοφία.
ΝΕΦΕΛΗ: << Είστε η Κα Σοφία; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Συγγνώμη που μπήκα έτσι μέσα αλλά δεν.....>>
ΣΟΦΙΑ: << Πώς είναι ο Αγησίλαος; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Πώς καταλάβατε ποιά είμαι; >>
ΣΟΦΙΑ: << Σε περίμενα.>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Με περιμένατε; Πως γνωρίζατε ότι...>>
ΣΟΦΙΑ: << Όλα γίνονται όταν πρέπει να γίνουν.....>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ο παππούς Αγησίλαος με έστειλε εδώ...δηλαδή όχι
ακριβώς ...όχι συνειδητά θέλω να πώ.. ξέρετε ο παππούς δυστυχώς
δεν θυμάται τίποτα..>>

 

ΣΟΦΙΑ: << Η μνημοσύνη και οι κόρες της οι 9 μούσες πάντα
συντροφεύουν τον γλυκό μου Αγησίλαο. Και εσένα κόρη μου....>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν σας καταλαβαίνω. Ποιά μνημοσύνη...ποιές μούσες;
>>
ΣΟΦΙΑ: << Ευτέρπη μου, εσύ ρωτάς ποιές μούσες! Εσύ η μούσα
της....μουσικής! >>
ΝΕΦΕΛΗ ( χαμηλόφωνα ): << Άδικος κόπος να έρθω μέχρι εδώ! Δεν
έπρεπε να πιστέψω τον παππού! Είχε δίκιο η Αριάδνη! >>
ΣΟΦΙΑ: << Λοιπόν θα μου πείς για ποιό λόγο ήρθες; >>
ΝΕΦΕΛΗ: ( κάπως διστακτικά): << Δεν ξέρω αν μπορείτε να μας
βοηθήσετε... στην πολιτεία μας βασιλεύει η δυστυχία μετά την κατάρα
των ξωτικών. Ο παππούς είπε πως όταν είχε κάποιο πρόβλημα σας
επισκεπτόταν και τον βοηθούσατε.....γι ' αυτό και ήρθα...μήπως
μπορείτε να με βοηθήσετε να λύσω την κατάρα. >>
ΣΟΦΙΑ: << Τον γλυκό μου Αγησίλαο! Όταν πρέπει η μνημοσύνη του
μιλάει! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Εε...Ναίιι! Έχω την εντύπωση πως μάλλον δεν μπορείτε
να με βοηθήσετε...ήσασταν η μοναδική μου ελπίδα...δυστυχώς..>>
ΣΟΦΙΑ: << Σαν παίξεις με το φλάουτο, την μελωδία της Ζωής,
τότε τα άστρα τ’ ουρανού θα μιλήσουν. Αν σ’ αυτό που θα πουν
βρίσκεται ο μαγικός αριθμός δέκα, τότε θα λυθεί και η κατάρα. >>
Λέγοντας αυτά τα λόγια η Σοφία .....φεύγει από το δωμάτιο.
ΣΚΗΝΗ ΕΒΔΟΜΗ
Η Αριάδνη είναι μόνη στο δωμάτιο και βηματίζει πάνω-κάτω
ανήσυχη. Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει η Νεφέλη.
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Ήρθες επιτέλους! Νάξερες πόσο ανησύχησα! Ήταν
εδώ ο Μπίξεν και ρωτούσε για σένα ...να του πούμε πού είσαι...ήταν
έξαλλος. Δεν έχει πολύ ώρα που έφυγε. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Άσε τώρα τον Μπίξεν και κάτσε να σου πώ γι' αυτή τη

περίεργη γυναίκα και για τα ακόμη πιό περίεργα λόγια που μου είπε.
>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Εννοείς πως βρήκες την ...Σοφία; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Όλα όσα μας είπε ο παππούς ήταν σωστά και αληθινά!
Η Σοφία, το μυστικό πέρασμα, ο βράχος τα πάντα! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Καί βρήκες την γυναίκα που έλεγε ο παππούς; Πώς
είναι δυνατόν αφού τάχει χαμένα. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Τι να σου πώ! Μπορεί να είναι στον κόσμο του αλλά
λέει.....αλήθειες. Εσύ για ποιόν λές πως τα έχει χαμένα; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Για τον παππού βέβαια, για ποιόν άλλον; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Εε να....και η Σοφία εδώ που τα λέμε...δεν τάχει και
τόσο τα λογικά της. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Γιατί τι σου είπε; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Μου μιλούσε πολύ ακαταλαβίστικα. Κάποια στιγμή να
φανταστείς με φώναξε Ευτέρπη. Άσε που έλεγε συνέχεια για μια
μνημοσύνη! Μιά μνημοσύνη που εγκατέλειψε τον παππού μαζί με τις
κόρες της....μετά του ξαναμίλησε...και ότι εγώ πρέπει να παίξω με το
φλάουτο την μελωδία της Ζωής για να μιλήσουν τα άστρα...που θα
πούν κάτι που θά έχει ...κάτι από ...δέκα...και τότε θα λυθεί η
κατάρα...>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μ' αρέσει που λές πως δεν τάχει και τόσο τα λογικά
της! Θεοπάλαβη μου ακούγεται! Χειρότερη και από τον παππού! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δέν ξέρω...κάτι με κάνει να ....την πιστεύω...>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Πλάκα μου κάνεις...δεν μπορεί να μιλάς σοβαρά! --
κοιτάει καλά καλά την Νεφέλη και συνεχίζει---<< δεν σε πιστεύω
μιλάς σοβαρά...πάει χάζεψε και η αδελφούλα μου! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Έχουμε να χάσουμε κάτι αν δοκιμάσουμε; ή έχεις εσύ
κάποιο καλύτερο σχέδιο; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μιλάς σοβαρά, θα κάτσεις να παίξεις βραδιάτικα
φλάουτο περιμένοντας να ....μιλήσουν τα αστέρια; Καί τι θα παίξεις;
Ξέρεις την μελωδία της Ζωής; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ιδέα δεν έχω ποιά είναι αυτή η μελωδία. Πρώτη φορά
την ακούω. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Αν δεν την ξέρεις εσύ σίγουρα δεν υπάρχει! Είναι

δυνατόν να υπάρχει μελωδία που εσύ να μην την ξέρεις; Τι μούσα θα
ήσουν...>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Τι ηλίθια που είμαι!!! Και βέβαια Ευτέρπη!!! Η μούσα της
μουσικής!!!>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: ( ανήσυχη) << Μήπως να ξάπλωνες λίγο...φαίνεσαι
κουρασμένη...>>
ΝΕΦΕΛΗ: ( ενώ παίρνει το φλάουτο και βγαίνει από το δωμάτιο) <<
Πάω να παίξω στα αστέρια! Δεν μπορεί τόσες μελωδίες
ξέρω..κάποια από αυτές θα είναι η μελωδία της Ζωής! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Να προσέχειςςςςςςςςςς! Εγώ επιμένω, μήπως
ξάπλωνες λίγο...>>
Η Νεφέλη βγαίνει στην αυλή του σπιτιού της και αρχίζει να παίζει
όποια μελωδία ήξερε. Παίζει ασταμάτητα για ώρες αλλά δεν
συμβαίνει τίποτα. Απογοητευμένη και εξαντλημένη μπαίνει και πάλι
στο σπίτι. Έχει πιά ξημερώσει.
Εν τω μεταξύ έχει ξυπνήσει και ο παππούς Αγησίλαος.
ΑΡΙΑΔΝΗ: ( αγουροξυπνημένη )<< Μη μου πείς ότι έπαιζες όλη τη
νύκτα! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Νύστα δεν θα πεί τίποτα! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ναί παππού νύστα....νύστα μεγάλη...πάω για ύπνο...>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μήν απογοητεύεσαι αδελφούλα, θα βρούμε κάποιο
τρόπο να λύσουμε την κατάρα. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Καί όμως η Σοφία μιλούσε σαν να
γνώριζε...ακαταλαβίστικα ..δεν λέω, αλλά κάτι μου λέει πως εκείνη
ξέρει..>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Καί γιατί δεν το λέει και σε μάς; Γιατί αντί να σου πεί
ότι ξέρει σου έλεγε αυτή την ανοησία; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ναί παιδιά μου! Η ουσία! Να δίνεται
σημασία στην ουσία! Καί όπως έλεγε η Σοφία, χωρίς σκέψη δεν
φτάνεις στην ουσία. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Παππού η Σοφία πάντα έτσι μιλούσε, με γρίφους; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Δέν ξέρω τι λές εσύ αλλά ήταν πολύ

όμορφη! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δέν σε ρώτησα αυτό παππού! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Ήθελα νάξερα γιατί του κάνεις ερωτήσεις! Αφού
εκείνος λέει ότι θέλει. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Καί όμορφη, και έξυπνη! Λίγοι όμως
εκτίμησαν την ομορφιά και την εξυπνάδα της και την έβαλαν στην
ψυχή τους. Τους παραξένευε που μιλούσε ακαταλαβίστικα. Μα δεν
κατάλαβαν ποτέ όλοι αυτοί πως αυτή ήταν και η γοητεία της Σοφίας.
Σε έκανε να σκεφτείς, σου έδινε την χαρά να το βρείς μόνος σου, και
είχες την εντύπωση στο τέλος πως αυτό που ανακάλυπτες ήταν δικό
σου! Ολόδικό σου! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: ( ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΝΕΦΕΛΗ)<< Τί λέειιι; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Νομίζω πως ξέρει πολύ καλά τι λέει. Πρέπει να
ξαναπάω στη Σοφία. >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Δηλαδή από αυτό που είπε ο παππούς αυτό
κατάλαβες; Πώς πρέπει να ξαναπάς στην Σοφία; Καλά... πήγαινε
τώρα να κοιμηθείς και το συζητάμε αργότερα. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Ναίιιιι να πάμε μιά βόλτα με τα
κότερα! Να φάμε όμως πρώτα λίγο. >>
ΣΚΗΝΗ ΟΓΔΟΗ
Η Νεφέλη είναι και πάλι στο σπίτι της Σοφίας.
ΝΕΦΕΛΗ: << Έπαιξα όσες μελωδίες ήξερα...και δεν έγινε τίποτα...>>
ΣΟΦΙΑ: << Έπαιξες την μελωδία της Ζωής; >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν ξέρω ποιά είναι αυτή η μελωδία. Νόμιζα πώς θα
ήταν κάποια από αυτές που γνωρίζω..αλλά για να μήν μιλήσουν τα
αστέρια μάλλον δεν την γνωρίζω..>>
ΣΟΦΙΑ: << Την μελωδία της Ζωής μόνο οι Νεράιδες της μουσικής
την γνωρίζουν! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ποιές είναι αυτές οι νεράιδες...δεν τις έχω
ξανακούσει..>>
ΣΟΦΙΑ: << Δέν έχεις ακούσει για την πολιτεία της μουσικής; >>

ΝΕΦΕΛΗ: << Θυμάμαι ένα παραμύθι που μας έλεγε ο παππούς όταν
είμασταν μικρές. Γιά μιά πολιτεία όπου κατοικούσαν νεράιδες που όλη
την μέρα έπαιζαν μουσική. Γνώριζαν όλες τις μουσικές που υπάρχουν
σε όλη τη πλάση! Εκείνες χάριζαν τις μουσικές στους ανθρώπους! >>
ΣΟΦΙΑ: << Τον γλυκό μου Αγησίλαο! Κάθε φορά που επισκεπτόταν
την πολιτεία της μουσικής έκανε σαν μικρό παιδί! Εκεί κατοικούν οι
νεράιδες της μουσικής και γνωρίζουν όλες τις μελωδίες.Μερικές από
αυτές τις δωρίζουν στους ανθρώπους, μα κάποιες για να τις δώσουν
πρέπει να ταξιδέψουν οι άνθρωποι στην πολιτεία τους. Και κείνες για
ανταμοιβή τους μαθαίνουν όποια μελωδία τους ζητήσουν.’’ >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δηλαδή θέλετε να πείτε πώς αυτή η πολιτεία....υπάρχει
στ' αλήθεια; >>
ΣΟΦΙΑ: << Λίγοι γνωρίζουν...και ακόμη λιγώτεροι την έχουν
επισκεφτεί...
ΝΕΦΕΛΗ: << Γιατί; Ο παππούς μου έλεγε πως είναι τόσο όμορφη
αυτή η πολιτεία...>>
ΣΟΦΙΑ: << Για να μπορέσεις να την επισκεφτείς πρέπει πρώτα να
πιστέψεις..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Τι να πιστέψω; >>
ΣΟΦΙΑ: << Πώς υπάρχει..>>
ΝΕΦΕΛΗ: << θέλω να μάθω αυτή τη...μελωδία της Ζωής...>>
ΣΟΦΙΑ: << Τήν μελωδία της Ζωής μόνο εκεί μπορείς να την
μάθεις ...στήν πολιτεία της Μουσικής: >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Καί πως θα την βρώ.....ο παππούς μου δεν μπορεί να με
βοηθήσει...μονάχα εσύ μπορείς...>>
ΣΟΦΙΑ: << ’Αφού διασχίσεις όλο το δάσος και φθάσεις στην άλλη του
άκρη, θα βρεις μια πηγή με νερό. Μετά είναι εύκολο να πας στη
πολιτεία της μουσικής. Μα πρόσεχε! Τα ξωτικά του δάσους θα
προσπαθήσουν να σ’ εμποδίσουν. Νάχεις το φλάουτο μαζί σου και να
παίζεις συνέχεια. Όσο παίζεις κανείς δε θα μπορέσει να σε πειράξει.
>>
Η Νεφέλη χωρίς να χάσει καιρό ξεκίνησε για την πολιτεία της μουσικής.
To δάσος ήταν πολύ μεγάλο και περπατούσε αρκετές ώρες παίζοντας

συνεχώς με το φλάουτο. Όλα φαινόντουσαν ήσυχα και καθώς ήταν
κουρασμένη σκέφθηκε να ξεκουραστεί.
Σταμάτησε λοιπόν να παίζει και ξάπλωσε κάτω από ένα δένδρο. Δε θάχε
περάσει αρκετή ώρα, όταν άκουσε θορύβους να την πλησιάζουν από
παντού. Ξαφνικά βρέθηκε περικυκλωμένη από τα ξωτικά του δάσους.
Την κοιτούσαν απειλητικά και η Νεφέλη είχε μαρμαρώσει από τον φόβο
της. Τότε θυμήθηκε τα λόγια της παράξενης γριάς και άρχισε να παίζει πάλι
το φλάουτο.
Τα ξωτικά άρχισαν να τρέχουν μακρυά της φοβισμένα.
Μετά από αρκετές ώρες, έφτασε στην άλλη άκρη του δάσους και είδε την
πηγή με το νερό.
Κουρασμένη, κάθισε δίπλα στην πηγή και διψασμένη καθώς ήταν από το
περπάτημα, έσκυψε και με την χούφτα της ήπιε νερό. Σαν ήπιε το νερό,
αμέσως αποκοιμήθηκε.
Δεν είχε ξυπνήσει ακόμη καλά καλά, όταν άρχισαν να χαϊδεύουν τα
αυτιά της οι πιο όμορφες μελωδίες που είχε ακούσει ποτέ.
ΝΕΦΕΛΗ: << Πού βρίσκομαι; Τι όμορφα πού είναι! Μάλλον με πήρε ο
ύπνος και ονειρεύομαι. >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Καλώς ήλθες Νεφέλη στην πολιτεία μας! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Δεν είναι δυνατόν..σίγουρα ονειρεύομαι..πως είναι
δυνατόν να είμαι ξύπνια και να ΒΛΕΠΩ τις νότες; >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Απίστευτο! Την ίδια φράση που είχε πεί και ο παππούς
της την πρώτη φορά που μας επισκέφτηκε! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Πώς ξέρετε το όνομα μου; >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Όλα τα ξέρουμε. Το όνομα σου, τον παππού σου
Αγησίλαο, την κατάρα , τα ξωτικά...>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Με έστειλε η Σοφία. >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Για να σου μάθουμε την μελωδία της Ζωής! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Καί αυτό το ξέρετε; >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Αφού σου είπα, όλα τα γνωρίζουμε! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αυτή η ....μελωδία της Ζωής θα λύσει την κατάρα των
ξωτικών; >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Γιά άλλη μιά φορά τα ξωτικά θα νικηθούν! Πάντα η
μελωδία της Ζωής διώχνει μακρυά τα ξωτικά και τις κατάρες τους. >>

ΝΕΦΕΛΗ: << Τι εννοείτε, '' για άλλη μιά φορά''; Έχει συμβεί και στο
παρελθόν το ίδιο; >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Χιλιάδες χρόνια προσπαθούν τα ξωτικά να νικήσουν
εσάς τους ανθρώπους, αλλά πάντα χάνουν από .....την οικογένεια
σου...>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Την οικογένεια μου;;;;;;; >>
ΝΕΡΑϊΔΑ: << Ναί αιώνες τώρα έτσι γίνεται. Κάθε φορά ο κλήρος
πέφτει σε κάποιον από την οικογένεια σου να αντιμετωπίσει τα
ξωτικά. Αυτή τη φορά ο κλήρος έπεσε σε σένα! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Καί γιατί η οικογένεια μου; Γιατί εγώ; >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Αυτό δεν μπορώ να στο αποκαλύψω. Μέχρι... να τα
νικήσετε οριστικά τα ξωτικά...Τότε θα αποκαλυφτούν όλα...>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Καί γιατί δεν το έχουμε καταφέρει μέχρι σήμερα; Τι
πρέπει να γίνει για να νικήσουμε οριστικά; >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Δυστυχώς εσείς οι άνθρωποι ξεχνάτε γρήγορα. Έχετε
κοντή μνήμη. Μόλις περάσουν τα δύσκολα επιστρέφετε στις παλιές
σας συνήθειες. Είστε κακοί μαθητές, δεν μαθαίνετε από τα παθήματα
σας. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Μιλάς και εσύ όπως η Σοφία, ακαταλαβίστικα. Τελικά
μου φαίνεται ο παππούς Αγησίλαος μιλάει πιο κατανοητά από όλους
σας! >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Θυμάσαι τι σου είπε η Σοφία; Για τα άστρα που θα
μιλήσουν, για τον αριθμό δέκα; Αυτό που θα πούν τα άστρα είναι το
μάθημα σας. Αν το κρατήσετε για πάντα, τα ξωτικά δεν θα
μπορέσουν να σας ενοχλήσουν ποτέ ξανά! >>
ΝΕΦΕΛΗ: <<Τα λόγια της τα θυμάμαι, αλλά δεν κατάλαβα τίποτα.
Αυτό που είχα καταλάβει μέχρι τώρα είναι πως μόνο η μουσική τα
τρομάζει. >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Όταν παίξεις την μελωδία της Ζωής και μιλήσουν τ'
άστρα, θα καταλάβεις. >>
Η Νεφέλη κοιτάζει γύρω της με φανερό τον ενθουσιασμό στο
πρόσωπο της.

ΝΕΦΕΛΗ: << Τί όμορφα που είναι εδώ! Μακάρι να έμενα για πάντα!
Δυστυχώς όμως πρέπει να γυρίσω πίσω, πρέπει να λύσω την κατάρα
των ξωτικών! >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Τώρα που έμαθες τον “ δρόμο” μπορείς να έρχεσαι
όποτε θέλεις.Εμείς θα σου μαθαίνουμε όμορφες μελωδίες που θα
γιατρεύουν τις ψυχές των ανθρώπων. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αλήθεια; Μπορώ να έρχομαι όποτε θέλω; Να μαθαίνω
καινούργιες μελωδίες; Στο τέλος μου φαίνεται πως θα χρωστώ και
χάρη στον Μπίξεν και στην παρέα του. Αν δεν υπήρχε η κατάρα δεν
θα είχα γνωρίσει την πολιτεία της μουσικής! Δεν θα είχα ΔΕΙ ποτέ
τις νότες! Όλη αυτή την ομορφιά που βλέπω γύρω μου δεν θα την
είχα δεί ποτέ! >>
ΝΕΡΑΪΔΑ! << Ούτε την Σοφία θα είχες γνωρίσει! Κάθε δύσκολη
κατάσταση μπορεί να μας προσφέρει πολλά, αρκεί να δούμε τις
θετικές της πλευρές. >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Αυτό μας το έλεγε συνέχεια ο παππούς μας, είναι η
πρώτη φορά όμως που το καταλαβαίνω τόσο καλά. Τι κρίμα να μην
είναι εδω η Αριάδνη! Θα της άρεσε τόσο πολύ! >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Στό χέρι της είναι να έρθει....αρκεί να το
πιστέψει....πώς υπάρχει...>>
ΝΕΦΕΛΗ: << Και η Σοφία μου είπε το ίδιο! Πώς μόνο αυτοί που
πιστεύουν πώς υπάρχει η πολιτεία της μουσικής, μονάχα αυτοί
μπορούν να την επισκεφτούν! Δεν το καταλαβαίνω. >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Καί όμως εσύ θα έπρεπε να το καταλαβαίνεις. Εσύ
είσαι αυτή που πίστεψες πως θα λύσεις την κατάρα και αυτή η πίστη
σε οδήγησε στην Σοφία. Εσύ πίστεψες πως υπάρχει η πολιτεία της
μουσικής καί αυτή η πίστη σε οδήγησε σε μάς. Αντίθετα η αδερφή σου
η Αριάδνη που δεν πίστεψε τίποτα από αυτά έμεινε στην πολιτεία σας
παρέα με τον παππού Αγησίλαο και τον ......φόβο. Βλέπεις ένα άλλο
καλό της πίστης είναι πως διώχνει τον φόβο! Πίστη και φόβος έχουν
τσακωθεί και δεν μπορούν να βρίσκονται μαζί! >>
ΝΕΦΕΛΗ: << Ανυπομονώ να γυρίσω πίσω να τα διηγηθώ όλα στην
Αριάδνη και να λύσω την κατάρα. Από την άλλη όμως είναι τόσο

όμορφα εδώ, που θέλω να μείνω για πάντα. >>
ΝΕΡΑΪΔΑ: << Σε καταλαβαίνω. Πρέπει όμως να γυρίσεις. Έλα μαζί
μου, πάμε να σου μάθω την μελωδία της Ζωής! >>
ΣΚΗΝΗ ΕΝΑΤΗ
ΜΠΙΞΕΝ: << Είστε όλοι ανίκανοι! Μας έχει ρεζιλέψει ένα μικρό
κοριτσάκι, που μπαινοβγαίνει στο δάσος λές και κάνει βόλτες, μας
δείχνει κατάμουτρα ότι δεν μας φοβάται και σείς όχι μόνο δεν
μπορείτε να την πιάσετε, αλλά ούτε που πάει δεν είστε σε θέση να
μου πείτε. >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Δεν φταίμε εμείς αρχηγέ. Την τελευταία φορά η
παρακολούθηση πέτυχε παρά το φλάουτο που έπαιζε συνέχεια. Δεν
την χάσαμε καθόλου από τα μάτια μας μέχρι που ήπιε..νερό στην
πηγή και...εξαφανίστηκε...εντελώς ξαφνικά....Σάν να άνοιξε η γή καί
να την κατάπιε...>>
ΜΠΙΞΕΝ! << Τη μία μού λές πώς εξαφανίστηκε πίσω από ένα
πλάτανο, τώρα ήπιε νερό και εξαφανίστηκε....για στάσου, όταν λές
εξαφανίστηκε εννοείς πώς ....κυριολεκτικά εξαφανίστηκε; >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Αμ πώς αλλιώς; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Εννοώ... ( ο Μπίξεν βλέποντας τον Φρίξεν να τον
κοιτάει σαν χαζός λέει ) << καλά άσε ξέχνα το. >>
Ο Μπίξεν πηγαινοέρχεται σκεφτικός και πολύ προβληματισμένος!
ΜΠΙΞΕΝ: << Άρχισαν πάλι τα γνωστά κόλπα τους! Πρέπει να
πάρουμε πιό δραστικά μέτρα! Η κατάσταση αρχίζει να γίνεται σοβαρή,
γιά άλλη μιά φορά κινδυνεύουν να τιναχτούν όλα στον αέρα. Που στο
καλό πάνε όταν εξαφανίζονται; Που την βρίσκουν την δύναμη και
κάθε φορά όχι μόνο αντιστέκονται αλλά στο τέλος μας νικούν και μας
ρεζιλεύουν; ΟΧΙ! ΟΧΙ! Αυτή τη φορά δεν θα μας νικήσουν. Θα τους
εξοντώσουμε μια για πάντα! >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Αρχηγέ μιλάς περίεργα και δεν καταλαβαίνω τίποτα από

αυτά που λές. Είναι δυνατόν να μας νικήσει ένα κοριτσάκι; Να
νικηθούν τα πανίσχυρα ξωτικά από ένα μικρό κορίτσι; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Μικρό είναι το μάτι σου Φρίξεν! Νάξερες τι
πανωλεθρίες έχουμε πάθει στο παρελθόν από αυτούς τους “
μικρούς”! Δεν έχουμε καιρό για χάσιμο, πήγαινε να βρείς αμέσως τον
Σφίξεν. Πρέπει να συλλάβουμε γρήγορα και τους τρείς τους.>>
ΦΡΙΞΕΝ: << Μα είναι δυνατόν! Να φοβόμαστε δύο μικρά κοριτσάκια
και έναν παππού που τάχει χαμένα; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Χαμένα τα έχεις Φρίξεν! Τρέχα γρήγορα και κάνε αυτό
που σου είπα! >>
Εκείνη τη στιγμή μπαίνει στην σκηνή ο Σφίξεν.
ΣΦΙΞΕΝ: << Εμφανίστηκε και πάλι η Νεφέλη αρχηγέ. Πηγαίνει πρός
το σπίτι της. Αυτή τη φορά δεν θα την χάσουμε καθόλου από τα
μάτια μας. >>
Τον πλησιάζει ο Φρίξεν
ΦΡΙΞΕΝ: << Για πές μου σε παρακαλώ, το μάτι μου σου φαίνεται
μικρό; >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Ορίστε;; >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Έτσι μου είπε ο αρχηγός πρίν από λίγο. >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Γιά να δώ. Ποιό από τα δύο; >>
Τούς πλησιάζει ο Μπίξεν ενώ ο Σφίξεν κοιτάει τα μάτια του Φρίξεν.
ΜΠΙΞΕΝ: << Τι κάνετε εκεί; >>
ΣΦΙΞΕΝ: << Κοιτάω να δώ ποιό από τα δυό του μάτια είναι μικρό.
Μπά ίδια είναι και τα δύο, δεν υπάρχει διαφορά. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Τελικά μήπως χάνουμε πάντα γιατί είμαστε εμείς
ηλίθιοι και όχι εκείνοι ανίκητοι; >>

Καί γυρνώντας στούς άλλους δύο
ΜΠΙΞΕΝ: << Τρέξτε να προλάβουμε, πρέπει να τους συλλάβουμε
γρήγορα! >>
ΣΚΗΝΗ ΔΕΚΑΤΗ
Έχει σχεδόν νυκτώσει. Η Αριάδνη και ο παππούς Αγησίλαος
πηγαίνουν να συναντήσουν την Νεφέλη η οποία κρύβεται από τα
ξωτικά περιμένοντας να βγούν τα άστρα στον ουρανό για να παίξει
την μελωδία της Ζωής.
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Αχ τι ωραία ιδέα να πάμε βόλτα, έχω
τόσο καιρό να βγώ από το σπίτι! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Σσσσσσ! Μη φωνάζεις παππού θα μας ακούσουν τα
ξωτικά! Είναι παντού και ψάχνουν να μας βρούν. Πρέπει να
προλάβουμε να συναντήσουμε την Νεφέλη. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ! << Τι κρίμα που δεν ήρθε και η Νεφέλη
μαζί μας! Θα της άρεσε τόσο πολύ! Θα μας έπαιζε και ωραία μουσική
με το φλάουτο, μελωδίες που οι νότες τους θα στόλιζαν με τα
αστέρια όλον τον ουρανό! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Κάνε υπομονή παππού σε λίγο θα την βρούμε. Αλλά
μίλα πιό σιγά σε παρακαλώ γιατί θα μας ακούσουν τα ξωτικά. Πρέπει
να τους ξεφύγουμε και εμείς και η Νεφέλη μέχρι να ακουστεί η
μελωδία της Ζωής. Εύχομαι να ξέρει τι κάνει η αδελφή μου...αλλιώς
την βάψαμε! >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ( φωνάζοντας): Τι ωραία! Τι ωραία! Είμαι
τόσο χαρούμενος! Ζούμε ιστορικές στιγμές!! Ο Μπίξεν...που είναι ο
Μπίξεν; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Παππού τρελάθηκες;;; Μέσα στο δάσος φωνάζεις
τον...Μπίξεν;; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Μπίξεν,Μπίξεν είσαι δώώώ;;; >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Αχ δεν έπρεπε να τον πάρω μαζί μου... Και αυτή η
Νεφέλη μερικές φορές είναι τόσο ξεροκέφαλη! Τι ήθελα και την

άκουγα! Θα ήταν καλύτερα να έμενε στο σπίτι, πιό ασφαλές θα ήταν
για όλους μας..>>
Πλησιάζουν τα τρία ξωτικά. Πρώτος ο Φρίξεν.
Φρίξεν: << Νάτοι τους βλέπω! Σφίξεν, Μπίξεν από δώ! >>
Σφίξεν: << Είναι μόνο δύο, κάποιος λείπει >>
Μπίξεν: << Πείτε μου πως η Νεφέλη είναι ό ένας από τους δύο...>>
Φρίξεν: << Ο ένας είναι ο παππούς... η άλλη είναι η....>>
Σφίξεν: << Η Αριάδνη....η Νεφέλη δεν είναι μαζί τους...>>
Μπίξεν: << Να πάρει... Αυτή πρέπει να βρούμε...και γρήγορα...>>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Στο έλεγα παππού μην φωνάζεις...τίποτα εσύ... τώρα
τι θα κάνουμε; >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Μη φοβάσαι κόρη μου, είναι αργά πιά
γι ' αυτούς.>>
ΜΠΙΞΕΝ: << Πείτε μας που είναι η Νεφέλη. ΑΜΕΣΩΣ!! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Δεν ξέρουμε κι εμείς την ψάχνουμε...άργησε να γυρίσει
σπίτι και ανησυχήσαμε...πολύ...>>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Χαχαχα τι πλάκα έχετε εσείς τα
ξωτικά όταν εκνευρίζεστε! Έχετε τόσο γελοίες φάτσες! Κοιτάξτε ρε
τι φοβούνται οι άνθρωποι! >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Μπίξεν πως του επιτρέπεις να μας βρίζει κατάμουτρα;;
>>
ΣΦΙΞΕΝ: << Παππού κλείσε το στόμα σου γιατί αλλιώς....έχει χάρι
που δεν ξέρεις τι λές. >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Ξέρει πολύ καλά τι λέει. >>
ΦΡΙΞΕΝ: << Τι εννοείς Μπίξεν πως ξέρει τι λέει; Εννοείς πως
είμαστε γελοίοι; >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Όχι ανόητε Φρίξεν! Εννοώ πως τάχει τετρακόσια! Μάς
κοροιδεύουν τόσο καιρό! >>
ΑΡΙΑΔΝΗ: << Μα τι λέτε; Ο παππούς μας δεν καταλαβαίνει, μην του
δίνετε σημασία σ' αυτά που σας λέει. >>
ΠΑΠΠΟΥΣ ΑΓΗΣΙΛΑΟΣ: << Μπίξεν, Σφίξεν, Φρίξεν, λυπάμαι
αλλά για άλλη μια φορά....χάσατε!! Σε λίγο οι φάτσες σας εκτός από

γελοίες θα τρέμουν από τον φόβο!! >>
ΜΠΙΞΕΝ: << Τώρα θα σου δείξω ποιός είναι γελοίος παλιόγερε!
Σφίξεν, Φρίξεν πιάστε τους και τους δύο..>>
Πρίν προλάβουν να τους πιάσουν αρχίζει να ακούγεται μια μελωδία.
Η μελωδία της Ζωής! Η άκρη της σκηνής φωτίζεται και φαίνεται η
Νεφέλη η οποία παίζει με το φλάουτο.
Τα ξωτικά στο άκουσμα της μελωδίας μένουν ακίνητα. Δεν μπορούν
να κουνηθούν, έχουν παραλύσει. Καθώς η Νεφέλη συνεχίζει την
μουσική τα ξωτικά παραπαίουν, και πέφτουν αναίσθητα αργά, αργά.
Οι νότες από το φλάουτο ενώνονται με τα αστέρια και σχηματίζουν
μια λέξη με 10 γράμματα: ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ!
Η Αριάδνη λέει:
Κοιτάξτε συμβαίνει κάτι καταπληκτικό! Οι νότες που βγαίνουν από το φλάουτο
ανεβαίνουν ψηλά στον ουρανό μέχρι τα αστέρια! Νότες και αστέρια
αγκαλιάζονται και νά.. εμφανίζεται ο μαγικός αριθμός 10! Δέκα γράμματα !
1. Α
2. Λ
3. Λ
4. Η
5. Λ
6. Ε
7. Γ
8. Γ
9. Υ
10. Η
Όλα μαζί στη σειρά φτιάχνουν την λέξη ΑΛΛΛΕΓΓΥΗ!
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ! Αυτός είναι ο μαγικός αριθμός 10!
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ!! Αυτή είναι η μελωδία της ζωής που εξοντώνει για άλλη μια
φορά τα ξωτικά.
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ! Αυτή είναι η μελωδία της ζωής που που σώζει για άλλη μια φορά
τους ανθρώπους
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ! Αν την κρατήσουμε για πάντα, όπως και είπε και η νεράιδα, τότε
ποτέ δεν κινδυνεύσουμε ξανά από τα κακά ξωτικά!
ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ! σημαίνει να βοηθούμε τον συνάνθρωπο μας που έχει ανάγκη.

Η Νεφέλη, η Αριάδνη και ο παππούς Αγησίλαος τραγουδούν το
τραγούδι της νίκης ενώ τα ξωτικά έχουν εξουδετερωθεί.

ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗΣ
Τη πολιτεία μας δεν τη χαρίζουμε απαίσια ξωτικά
πάντα θα σας κερδίζουμε κανείς δεν μας νικά
το σκοτάδι σας το σβήσαμε γιατί είμαστε το Φώς
για άλλη μιά φορά σας δείξαμε ποιός είναι ο αρχηγός
τη μουσική μας τρέμετε ανόητα ξωτικά
όσο και αν επιμένετε στο τέλος σας νικά
η μουσική μας έρχετε από τα βάθη της ψυχής
Αλληλεγγύη λέγετε και Αντίσταση Ζωής!

 

ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΗΧΑΣ
20-05-13